- μνῆμαι
- μνήμηremembrancefem nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Μνῆμαι — Μνήμη remembrance fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μνήμαι — Μνήμᾱͅ , Μνήμη remembrance fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μνήμαι — μνήμᾱͅ , μνήμη remembrance fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μνῆμ' — Μνῆμαι , Μνήμη remembrance fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μνῆμ' — μνῆμαι , μνήμη remembrance fem nom/voc pl μνῆμα , μνῆμα memorial neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μνήμη — Όρος που υποδηλώνει τη χαρακτηριστική ιδιότητα του ανθρώπου και των ζώων να διατηρούν ίχνη (παραστάσεις) των εμπειριών τους. Γι’ αυτό η μ. εμπλέκεται στη διαδικασία της μάθησης. Η δραστηριότητα της μ. εξελίσσεται σε φάσεις που διαδέχονται η μια… … Dictionary of Greek
MEMORIA — I. MEMORIA fons mirus, de quô sic Plinius; l. 4. c. 7. In Boeotiâ ad Trophonium, iuxta fluv. Orchomenum, duo sunt fontes, quorum alter memoriam, alter oblivionem adfert, inde nominibus inventis. II. MEMORIA inter Numina Veterum. Vide supra Dii;… … Hofmann J. Lexicon universale
τριτενάται — αἱ, Μ (ενν. μνῆμαι) τα τρίμερα και τα εννιάμερα προς τιμή τής μνήμης νεκρού. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρίτος + ἔνατος] … Dictionary of Greek